- σφυγμός αρτηριακός
- (Ιατρ.). Οι παλμοί των αρτηριακών τοιχωμάτων κάτω από την πίεση του συστολικού κύματος του αίματος. Οι παλμοί αυτοί γίνονται με την ψηλάφηση μιας αρτηρίας, κυρίως της κερκιδικής, που είναι αρκετά επιφανειακή στο ύψος του καρπού. Ο αρτηριακός σφυγμός έχει ιδιαίτερη σημειολογική αξία, που ήταν ήδη γνωστή από τους γιατρούς της αρχαιότητας όπως η συχνότητα, η ένταση, η διάρκεια, η ρυθμικότητα, ο συγχρονισμός, η κανονικότητα, η ισότητα, η τάση, η πληρότητα, η σταθερότητα. Από την ανάλυση των χαρακτηριστικών τους μπορούμε να συμπεράνουμε για την κανονικότητα της καρδιακής λειτουργίας και γενικά για την κατάσταση της περιφερειακής κυκλοφορίας. Σε μερικά νοσήματα παρατηρούνται χαρακτηριστικές μεταβολές του αρτηριακού σφυγμού που κατευθύνουν το γιατρό στη διάγνωση.
Dictionary of Greek. 2013.